Βαγγέλης Παπάζογλου
Από Rebetiko_wiki
Βαγγέλης Παπάζογλου ή Αγγούρης (1896 Σμύρνη - 1943 Αθήνα)«Άμα τραγουδάς τον πόνο του κόσμου, τραγουδάς και το δικό σου τον καημό. Άμα λες μόνο το δικό σου το ντέρτι δεν είσαι ρεμπέτης... »
Πίνακας περιεχομένων |
Γεννήθηκε στο Ντουρμπαλί της Σμύρνης το 1896. Ο πατέρας του Γιώργης (πραγματικό επίθετο Καλλίνικος) ήταν φύλακας στους σιδηροδρόμους και το 1896, σε μια από τις συχνές μεταθέσεις του, βρίσκεται στο Ντρουμπαλί της Σμύρνης, όπου γεννήθηκε ο Βαγγέλης.
Πέρασε τα παιδικά του χρόνια μεταξύ Σμύρνης και Ντουρμπαλί, ακολουθώντας την οικογένειά του και μετά την τρίτη δημοτικού, οπότε σταμάτησε και το σχολείο, βοηθούσε στη δουλειά σαν κοτσαδόρος στα τραίνα. Για να μην υπηρετήσει στον Τουρκικό στρατό πήρε τα χαρτιά του ξαδέλφου του Θεόφιλου Γεροντιδάκη, που είχε πεθάνει νέος.
Μόλις 16 χρονών κλέβει και παντρεύεται τη δεκατετράχρονη Αναστασία Μπαγιάτη. Απόκτησαν δυο παιδιά, που το ένα πέθανε μικρό και το άλλο τη δεκαετία του πενήντα. O γάμος τους δεν κρατά πολύ, χωρίζουν το 1918.
Υπήρξε αυτοδίδακτος μουσικός. Από παιδάκι έπαιζε μαντολίνο και αργότερα έμαθε κιθάρα, βιολί και μπάντζο. Συμμετείχε στην περίφημη Εστουδιαντίνα «Τα Πολιτάκια» ως δεύτερο μαντολίνο (με πρώτο τον Σπύρο Περιστέρη και τον Παναγιώτη Τούντα). Εκεί γνωρίστηκε με τους άλλους μεγάλους Σμυρνιούς μουσικούς Σπύρο Περιστέρη, Παναγιώτη Τούντα, τους Ογδοντάκηδες, το Δημήτρη Σέμση ή Σαλονικιό που γύρω στο 1920 ήταν στη Σμύρνη παίζοντας βιολί κ.ά. Αν και αυτοδίδακτος, κατόρθωσε με τη βοήθεια του μαέστρου Σπύρου Περιστέρη να μάθει τη μουσική σημειογραφία. Έτσι πάρα πολλές παρτιτούρες των τραγουδιών του διασώθηκαν μέχρι σήμερα.
Με την απελευθέρωση της Σμύρνης το 1919, κατατάσσεται ως εθελοντής στον Ελληνικό Στρατό, συμμετέχει στη Μικρασιατική εκστρατεία και τελικά, έρχεται ως πρόσφυγας στην Ελλάδα το 1923 μετά την καταστροφή της Σμύρνης.
Πολύ γρήγορα, μετά την άφιξή του στην Ελλάδα, αρχίζει να δουλεύει ως μουσικός, αρχικά του Περίχαρου στο τέρμα Αγίου Μελετίου και μετά σε ψησταριά στο σταθμό Λαυρίου ενώ ταυτόχρονα γράφει και δικά του τραγούδια. Επαγγελματικά με δική του κομπανία εμφανίζεται για πρώτη φορά στου Θεόφραστου στις Τζιτζιφιές. Το 1924 ανοίγει ουζερί-καφενείο στις παράγκες της Παλιάς Κοκκινιάς.
Στου Θεόφραστου, γνωρίζεται με την Αγγελική Μαρωνίτη - σπουδαία Σμυρνιά τραγουδίστρια και κόρη του σημαντικού μουσικού δάσκαλου της Σμύρνης Δημήτρη Μαρωνίτη γνωστού με το ψευδώνυμο «Χιωτάκι» - με την οποία παντρεύονται το 1927. Στα 1929 η Αγγέλα τυφλώνεται και στα 1936 αποσύρεται οριστικά από τα πάλκα αφού της το απαγορεύει ο Βαγγέλης. Μένουν στην Κοκκινιά, δεν αποκτούν όμως παιδιά και έτσι υιοθετούν τον ανηψιό της Αγγέλας, Γιώργη Παπάζογλου. Στη δισκογραφία πρωτοεμφανίζεται το 1933 με τρία τραγούδια του: «Αν ήμουν άντρας», «Αργιλέ μου» και «Ο Νικοκλάκιας». Έχει έντονη παρουσία μέχρι το 1937, οπότε έρχεται σε ρήξη με τη Μεταξική λογοκρισία, αρνούμενος δημόσια να λογοκριθούν τα τραγούδια του από «αμόρφωτους ανθρώπους», με αποτέλεσμα την εξαφάνισή του από τη δισκογραφία. Έτσι από το 1937 και μετά, μόνο ένα τραγούδι από τα δεκάδες που είχε, φωνογραφήθηκε στο όνομά του: «Να μη λες το μυστικό σου» με τον Κώστα Ρούκουνα στα τέλη το 1938. Συνεχίζει όμως να παίζει σε κέντρα, γάμους και πανηγύρια ανά την Ελλάδα, αλλά και να γράφει τραγούδια. Πολλά από αυτά τα χάρισε σε άλλους συνθέτες και τραγουδιστές. Είναι χαρακτηριστική η αφήγηση της κυρά-Αγγέλας, της γυναίκας του: «Το Περιστέρη ηρεγούντανε τα μινόρε. Το Στελλάκη τσι μανέδες. Ο Σαλονικιός τα σμυρνέικα. Ο Τομπούλης ότι νάτανε... Εσύ -μούλεγε- μη μιλάς. Δε σούφαγα τ' αμπελοχώραφά σου. Είναι δικός μου ο μπαξές που τρυγάω...» [1]. Εξάλλου, μεγάλος αριθμός από χειρόγραφες παρτιτούρες με ανέκδοτα τραγούδια του χαθήκανε κατά τη διάρκεια της Κατοχής.
Όταν στα 1941 μπήκανε οι Γερμανοί στην Αθήνα, μη θέλοντας να παίζει και να χορεύουνε οι «φχαριστημένοι και οι μαυραγορίτες», παράτησε την κιθάρα και το τραγούδι, έριξε ένα τσουβάλι στον ώμο και έγινε παλιατζής. Με τον τρόπο αυτό πένθησε την υποδούλωση της Ελλάδας. Η απόφασή του ήταν μοιραία. Η πείνα τον τσάκισε και πέθανε φυματικός την Κυριακή 27 Ιουνίου του 1943.
Το έργο του
Στο χρονολόγιο του λαϊκού μας τραγουδιού, ο Παπάζογλου ανήκει στην πριν τον Βαμβακάρη γενιά. Δεν είναι όμως μόνο χρονικά μεταξύ των πρώτων του λαϊκού τραγουδιού, αλλά και ουσιαστικά. Σ' αυτόν και στον Τούντα στηρίχθηκε κυρίως το λαϊκό τραγούδι πριν "παρέμβουν" τα μπουζούκια.Λέει η κυρά-Αγγέλα Παπάζογλου: «Αλλά του Βαγγέλη η αξία δεν ήτανε που ήπαιζε όλα τα όργανα. Η αξία του ήτανε που ήσιαζε ολόκληρα τραγούδια. Με τα λόγια τους και τη μουσική τους.»[2]
Όταν η πλειονότητα των Σμυρνιών μουσικών "μετατρέπονται" σε συνθέτες παρουσιάζοντας παραδοσιακές Ελληνικές, Τούρκικες ή Εβραϊκές μελωδίες της Σμύρνης, ως δικές τους συνθέσεις, ο Βαγγέλης Παπάζογλου συνθέτει ανεπανάληπτες και πρωτότυπες μελωδίες που χαρακτηρίζουν το έργο του.
Σε ό,τι αφορά στη θεματολογία, καταπιάνεται με ιδιαίτερες πτυχές της κοινωνικής ζωής με ευαισθησία, λεπτότητα και χιούμορ. Επίσης έγραψε σατιρικά τραγούδια, που σαρκάζουν τα πουριτανικά ήθη της εποχής και βέβαια υπέροχα ερωτικά τραγούδια.
Στάθηκε απόλυτα αντίθετος και σε μια ακόμη "συνήθεια" των συνθετών της εποχής: Όταν ένα τραγούδι γνώριζε μεγάλη επιτυχία, πολύ γρήγορα κυκλοφορούσε και ένα δεύτερο της ίδιας θεματολογίας και με παρόμοιο τίτλο, π.χ "Χήρα" - "Νέα χήρα", "Οι Μάγκες" - "Νέοι μάγκες", "Το χανουμάκι" - "Νέο χανουμάκι" και πολλά άλλα. Είναι χαρακτηριστική η στιχομυθία ανάμεσα στο Βαγγέλη Παπάζογλου και τον Κώστα Σκαρβέλη που μεταφέρει η Αγγέλα Παπάζογλου:
-Βαγγελάκη, βλέπεις ότι ο Λαθρέμπορας πορπατάει, γράψε άλλον ένα...
-Εγώ το ξέρεις δε γίνομαι ρεζίλης να ξαναγράψω για το ίδιο πράμα. Να γράψω κι ένα και δυο να σας τα δώσω, αλλά ποτέ στο όνομά μου...
Αν και καλλίφωνος ο Βαγγέλης Παπάζογλου -σύμφωνα με αφήγηση του Στελλάκη Περπινιάδη- δεν τραγούδησε σε δίσκους παρά μόνο ένα τραγούδι: "Τεχνίτης και κατεργάρης" (δίσκος Columbia DG-6119 που όμως δεν έχει εντοπιστεί ακόμη) του Κώστα Σκαρβέλη μαζί με το Στελλάκη. Η φωνή του όμως έχει αποτυπωθεί στο διάλογο με το Στελλάκη που προηγείται του τραγουδιού "Η φωνή του αργιλέ".
Στο διάστημα 1933-1938 πέρασε στη δισκογραφία 24 τραγούδια στο όνομά του σε 37 εκτελέσεις με τους σημαντικότερους ερμηνευτές της εποχής: Στελλάκη Περπινιάδη, Γιώργο Κάβουρα, Ρίτα Αμπατζή, Ρόζα Εσκενάζυ, Στράτο Παγιουμτζή, κ.ά. Αξίζει να σημειωθεί ότι την περίοδο αυτή δεν ήταν σύνηθισμένο φαινόμενο η επανεκτέλεση κάποιου τραγουδιού, κάτι που δείχνει την ξεχωριστή θέση του Β. Παπάζογλου στο λαϊκό μας τραγούδι.
- Αγιοθοδωρίτισσα
- Άν ήμουν άντρας
- Βάλε με στην αγκαλιά σου
- Ζουρλοπαινεμένης γέννα
- Η Βολιώτισσα
- Η μπαμπέσα
- Η φωνή του αργιλέ
- Θα στο λύσω
- Καλόγρια
- Μαρίκα χασικλού
- Μου φαίνεται
- Να μη λες το μυστικό σου
- Ντερβίσαινα
- Ο λαθρέμπορας
- Ο αργιλές
- Ο Νικοκλάκιας
- Ο ξεμάγκας
- Ο παπατζής
- Οι λαχανάδες
- Σαν εγύριζ' απ' την Πύλο
- Σαν φουμάρω τσιγαρλίκι
- Στρι' ρε κουτσαβάκι
- Της το βγάλανε
- Το παιδί του δρόμου
Το έργο του Βαγγέλη Παπάζογλου, περιλαμβάνει ακόμα:
- Μια σειρά ακυκλοφόρητων τραγουδιών, των οποίων έχουν βρεθεί οι χειρόγραφες παρτιτούρες.
- Αρχίζω από τώρα να σε καταλαβαίνω
- Η κόρη της χήρας
- Ο μάγκας και η Μαριγώ
- Μπατίρης
- Ο παλιατζής
- κ.ά.
- Μια σειρά τραγουδιών που αν και έχουν κυκλοφορήσει στο όνομα άλλων συνθετών ή τραγουδιστών υπάρχουν σαφείς ενδείξεις πως πρόκειται για συνθέσεις του Βαγγέλη Παπάζογλου.
- Τσαχπίνα μαυρομάτα
- Το προσφυγάκι
- Το παράπονο του Μάρκου με το ούτι ή Δερβισάκι
- Η ψευτοφιλία
- κ.ά.
Βιβλιογραφία
- Γιώργης Παπάζογλου "Ονείρατα της άκαυτης και της καμμένης Σμύρνης - Αγγέλα Παπάζογλου - Τα χαΐρια μας εδώ"
- Τάσος Σχορέλης "Ανθολογία Ρεμπέτικου τραγουδιού", Τόμος Γ
- Κώστας Χατζηδουλής "Ρεμπέτικη Ιστορία 1"
- Ηλίας Βολιώτης Καπετανάκης "Μάγκες αλήστου εποχής"
- Παναγιώτης Κουνάδης: "Αρχείο: Συνθέτες του Ρεμπέτικου - Ευάγγελος Παπάζογλου Ι & ΙΙ" (ένθετα)
- Περιοδικό Λαϊκό Τραγούδι, τεύχος 17
- http://www.geocities.com/hydragathering/hyphantis3.html
Παραπομπές
- ↑ Γιώργης Παπάζογλου «Ονείρατα της άκαυτης και της καμμένης Σμύρνης - Αγγέλα Παπάζογλου - Τα χαΐρια μας εδώ», Σελ. 615
- ↑ Γιώργης Παπάζογλου ό.π., Σελ. 106
http://rebetiko.sealabs.net/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου