ΚΟΥΛΑ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΥ (1878 – 1954) «Το Αηδόνι της Αμερικής» ΛΑΪΚΗ ΕΡΜΗΝΕΥΤΡΙΑ Η Κούλα Αντωνοπούλου ή Κυρία Κούλα (όπως είναι περισσότερο γνωστή) γεννιέται το 1878 στην Κωνσταντινούπολη. Κατά άλλες βιογραφικές της πληροφορίες γεννήθηκε στο Μεσσολόγγι ή στη Σπάρτη. Ο πατέρας της καταγόταν από τη Σπάρτη και η μητέρα της από την Προύσα. Το πλήρες όνομά της είναι Κυριακούλα Πασχάλη (από το πατρώνυμο) και Γιορτζή (από το μητρώνυμο). Υπάρχει αναγραμμένο το όνομα Κούλα Πασχάλη-Γιορτζή σε δίσκο, αν και όλοι την ήξεραν ως Αντωνο-πούλου (Αντωνόπουλο έλεγαν τον άνδρα της, που έπαιξε τεράστιο ρόλο στη ζωή και στην καριέρα της). Το όνομα Κούλα είναι χαϊδευτικό του ονόματος Κυριακή. Η αναφορά, επίσης, στο ονοματεπώνυμο Κούλα Αντωνοπούλου-Βλάχου είναι ανακριβής. Υπήρξε καταξιωμένη τραγουδίστρια του δημοτικού και ρεμπέτικου τραγουδιού των αρχών του 20ού αιώνα, με σταδιοδρομία στην Αμερική. Ο πατέρας της Κυρίας Κούλας ήταν καπετάνιος σε εμπορικό πλοίο που εμπορευόταν κυρίως μπαχαρικά της Κωνσταντινούπολης. Ταξίδευε συχνά στο λιμάνι της Πάτρας, απ' όπου επέστρεφε στην Πόλη με σταφίδες και κρασί Μαυροδάφνη. Φίλος του ήταν ο Ευάγγελος Αντωνόπουλος, ιδιοκτήτης ταβέρνας στην Πάτρα, με τον οποίο συνεργαζόταν και επαγγελματικά. Γεγονός όμως είναι, πως, όποτε το πλοίο έπιανε Πάτρα, εκείνος τον φιλοξενούσε στο σπίτι του. Ο Αντωνόπουλος είχε μία εξαιρετικά φιλόμουση οικογένεια. Τέσσερα από τα επτά παιδιά του ήταν σίγουρα μουσικοί. Συγκεκριμένα, γνωρίζουμε ότι τρία από τα αγόρια έπαιζαν κάποιο όργανο: Ο Γιώργος μπουζούκι, ο Δημήτρης αρμόνικα και ο Ανδρέας, ο μεγαλύτερος, λαούτο. Χρόνια αργότερα θα δούμε τον Γιώργο Αντωνόπουλο ως τραγουδιστή σε δίσκους μίας από τις εταιρείες της Κας Κούλας! Πριν από το 1900, και ενώ η Κυριακούλα ήταν περίπου 15 ετών, ακολούθησε τον πατέρα της, τον καπετάν-Πασχάλη, σε ένα ακόμη ταξίδι του στην Πάτρα. Τότε ο Ανδρέας Αντωνόπουλος, ο μεγαλύτερος γιος του φίλου του πατέρα της, ήταν περίπου 19 ετών και σπούδαζε στην Αθήνα. Έτυχε, όμως, να βρίσκεται κι αυτός στην Πάτρα και να γνωρίσει την Κυριακούλα. Αμέσως αναπτύχθηκε μία έντονη έλξη μεταξύ τους. Από τη φιλία αυτή των δύο οικογενειών, Πασχάλη και Αντωνόπουλου, έμελλε ο Ανδρέας να γίνει ο αγαπημένος της Κυριακούλας, την οποία έκλεψε γιατί ήταν ανήλικη και ο μετέπειτα σύζυγός της. Η Κα Κούλα μετανάστευσε στις ΗΠΑ με το σύζυγό της Ανδρέα Αντωνόπουλο το 1912. Το 1913 την συνάντησε εκεί ο Γιώργος Κατσαρός-Θεολογίτης. Υπήρξε το αντίπαλον δέος της πιο γνωστής Μαρίκας Παπαγκίκα τη δεκαετία 1916-26 στις ΗΠΑ. Πιο γνωστή λέμε ότι είναι η Παπαγκίκα σήμερα, που αν και ποσοτικά ηχογράφησε λιγότερα τραγούδια, συνέχισε να ηχογραφεί τα αμέσως επόμενα χρόνια, δηλαδή μετά την «πτώση» της Κυρίας Κούλας. Η τρίτη μεγαλύτερη Ελληνίδα τραγουδίστρια της Αμερικής, σύγχρονη της Κας Κούλας και της Παπαγκίκα, ήταν η Αμαλία Βάκα, με την οποία η πρώτη είχε στενές προσωπικές σχέσεις και κανενός είδους ανταγωνισμό. Η Κυριακούλα Αντωνοπούλου είχε το χάρισμα της καταγραφής, ό,τι άκουγε δηλαδή μπορούσε να το αφομοιώνει και να το τραγουδάει σε οποιαδήποτε γλώσσα. Πέραν αυτού, η μόρφωσή της υπήρξε πολύπλευρη. Μιλούσε ελληνικά, τουρκικά, γαλλικά, αραβικά και εβραϊκά. Αναμφισβήτητα, δεν ήταν η τραγουδίστρια που έλεγε απλώς τα δημοτικά ή τα ρεμπέτικα τραγούδια της ταβέρνας –αν και ο όρος «ρεμπέτικο» είναι αδόκιμος για την περίπτωσή της–, αλλά το ρεπερτόριό της ήταν απόλυτα διεθνές, κάτι που θα μας έκανε σήμερα να της αποδώσουμε άνετα τον χαρακτηρισμό της προδρομικής ethnic τραγουδίστριας. Η πρώτη γενιά μεταναστών στις ΗΠΑ ανέδειξε περί τις 35 τραγουδίστριες με κορυφαίες σίγουρα την κ. Κούλα και την Μαρίκα Παπαγκίκα. Η κ. Κούλα υπήρξε η πρώτη διεθνώς αναγνωρισμένη ελληνίδα τραγουδίστρια που είχε ως μόνιμη κατοικία την Αμερική. Αυτή η μοναδική γυναίκα έγινε τόσο δημοφιλής, ώστε ανάμεσα στα 1916 (ή 1917) και το 1927, όχι μόνο τραγούδησε τουλάχιστον 200-250 (ίσως και περισσότερα) τραγούδια, αλλά κατά τη δεκαετία αυτή υπερίσχυσε όλων των αντιπάλων της σε αριθμό πώλησης δίσκων. Στα τέλη του 1916 (ή στις αρχές του 1917) η κ. Κούλα Αντωνο-πούλου μπήκε στα στούντιο της Columbia στη Νέα Υόρκη και κατέκτησε τη δισκογραφική σκηνή. Θα ανοίξει έτσι το δρόμο και θα γίνει η πρώτη Ελληνίδα λαϊκή τραγουδίστρια που θα ηχογραφήσει με την αμερικάνικη δισκογραφική εταιρία Columbia. Τραγουδώντας δια μέσου ενός μεγαφώνου γραμμοφώνησε 34 τραγούδια. Η ανέλπιστη και χωρίς προηγούμενο δημοτικότητα των δίσκων της στην αγορά, παρακίνησε όλες τις σημαντικές αμερικάνικες δισκογραφικές εταιρείες ν’ ασχοληθούν με την παραγωγή ελληνικών δίσκων. Είναι βέβαιο ότι η Κα Κούλα και το συγκρότημά της υπήρξαν οι πρώτοι ιστορικά που ηχογράφησαν ελληνικά λαϊκά τραγούδια στις ΗΠΑ και η ίδια προσωπικά η πρώτη μη μουσουλμάνα που τραγούδησε τουρκικά τραγούδια, πάντα σε δίσκους στις ΗΠΑ, εφόσον στις Τουρκάλες τραγουδίστριες δεν επιτρέπονταν οι ηχογραφήσεις. Επιπλέον, μπορεί να είχαν προηγηθεί άλλοι Έλληνες οι οποίοι δισκογράφησαν τραγούδια στις ΗΠΑ, προέρχονταν όμως από το αστικό ελαφρό τραγούδι ή το «τραγούδι του μελοδράματος». Το δισκογραφικό ρεπερτόριο της Κας Κούλας περιλαμβάνει στεριανά δημοτικά τραγούδια, κλέφτικα, εκκλησιαστικά και πατριωτικά. Τη διετία 1916-1918 η Κα Κούλα ηχογράφησε για την Columbia τέσσερα ελληνικά πατριωτικά άσματα σε ρυθμό εμβατηρίου: τα «Μαρς Αβέρωφ», «Βότσης», «Κιλκίς» και «Γιάννινα», όλα αναφερόμενα στα κατορθώματα των Ελλήνων στους Βαλκανικούς Πολέμους. Μαζί με αυτά, και ένα επιτραπέζιο κλέφτικο για την κατάληψη των Ιωαννίνων από τον ελληνικό στρατό. Η κ. Κούλα υπήρξε και σπουδαία επιχειρηματίας (η πρώτη Ελληνίδα ιδιοκτήτρια εταιρείας δίσκων), αφού τον Φεβρουάριο του 1919, έχοντας αποκτήσει μεγάλη φήμη ανάμεσα στους Έλληνες της Αμερικής, η μεγάλη της «ανταγωνίστρια» της Μαρίκας Παπαγκίκα, ιδρύει (πιθανόν μαζί με άλλους) την πρώτη ελληνική δισκογραφική εταιρεία στην Αμερική, την Orpheum. Ένα χρόνο αργότερα, ιδρύει μαζί με τον κλαρινίστα Γιάννη Κυριακάτη και δύο γερμανικής καταγωγής χρηματοδότες, την Panhellenion Phonograph Record Company στη Νέα Υόρκη, που λειτούργησε με μεγάλη επιτυχία για σχεδόν επτά χρόνια, κι άνοιξε παραρτήματα στο Σικάγο κι ίσως αλλού, με την οποία ηχογράφησε πάνω από 200 τραγούδια. Το 1927 μετά τον ξαφνικό θάνατο του ανδρός της Ανδρέα Αντωνόπουλου, η κ. Κούλα μη μπορώντας ν’ αντέξει στη λύπη της αποσύρθηκε για λίγο από την ενεργό δράση. Όταν συνήλθε έκλεισε την εταιρεία της και άρχισε μια καινούρια καριέρα ως τραγουδίστρια (είχε φωνή σοπράνο) σε κέντρα διασκεδάσεως. Στα τέλη της δεκαετίας του 1940 η κ. Κούλα ξανάνοιξε την εταιρεία της με ελαφρά παραλλαγμένο όνομα (Panhellenic αντί από Panhellenion Records), που όμως λειτούργησε μόνο για λίγα χρόνια. Στα χρόνια που διηύθυνε τη δεύτερη εταιρεία της δεν τραγουδούσε πια η ίδια, αλλά ασχολιόταν με την παραγωγή δίσκων άλλων καλλιτεχνών, όπως π.χ. του Τζιμ Αποστόλου. Η Panhellenion Record αναδείχθηκε σε δυναμική εταιρεία, χτυπώντας στα ίσια την παντοδύναμη Columbia αλλά και άλλες αμερικανικές δισκογραφικές. Στο δυναμικό της εντάχθηκαν οι καλύτεροι Έλληνες μουσικοί όλων των οργάνων κι έτσι διασώθηκαν ηχογραφήσεις-κεντήματα για όσους από τους σημερινούς μουσικούς είχαν την τύχη να τις ακούσουν και να τις μελετήσουν. Η Κυρία Κούλα ηχογράφησε με την φωνή της τεράστιο όγκο τραγουδιών. Ενδεικτικά, μόνο από την περιόδο 1916-1927, όπως προαναφέραμε, είναι γνωστές περί τις 200 ηχογραφήσεις, αν όχι και περισσότερες. Συνεργάτες της στην δισκογραφία υπήρξαν μεταξύ άλλων οι βιολιστές Αθανάσιος Μακεδόνας και Διονύσης Πόγγης, ο λαουτιέρης Ανδρέας Πατρινός, ο σαντου-ρίστας Λουί Ρασσιάς και οι κλαρινίστες Βαγγέλης Βλάχος, Θανάσης Βρούβας, Γιάννης Κυριακάτης, Νίκος Ρέλλιας και Αντώνης Σακελλαρίου. Πρώτο της τραγούδι στη δισκογραφία είναι το ΕΛΕΝΑΚΙ (ΣΥ ΜΕ ΠΟΤΙΣΕΣ ΦΑΡΜΑΚΙ) [Παραδοσιακό] (1916, Columbia E-3324, 44848). Ανάμεσα στα παραδοσιακά κυρίως τραγούδια που ηχογράφησε η Κα Κούλα στις ΗΠΑ, υπήρξαν και μερικά ρεμπέτικα. Ο Μάρκος Φ. Δραγούμης αναφέρει το πασίγνωστο «Μπαγλαμάδες» («Παίζουν τα μπαγλαμαδάκια»), τα αδέσποτα «Αμάν-αμάν Χιώτισσα», «Βλαμάκι», «Κουτσαβάκι», «Νίνα», «Νέο μελαχροινό» και το ζεϊμπέκικο «Τα ούλα σου», που έγινε γνωστό από την Παπαγκίκα. Δεν έχει αναφερθεί πουθενά, όμως, πως η Κα Κούλα ήταν η πρώτη που ηχογράφησε χασικλήδικο ρεμπέτικο. Η σχέση της με τις ουσίες επίσης αμφισβητείται, δεδομένης της έντονης επιχειρηματικής δράσης της ίδιας και του άνδρα της. Εν ολίγοις, κάθε άλλο παρά λούμπεν ήταν αμφότεροι και καταστάσεις σαν αυτές που έζησε ο Πειραιάς των δεκαετιών 1930 και 1940 τους ήταν μάλλον άγνωστες. Από το 1918 και μετά, απ' όταν, δηλαδή, η Κα Κούλα ηχογρά-φησε ένα τραγούδι με τίτλο «Ζεϊμπέκικο των Χασισοποτών», ξεκινά και επισήμως η καταγραφή του ρεμπέτικου χασικλήδικου ρεπερτορίου. Πιθανώς να έγινε τυχαία, πάντως κι αυτό φανερώνει πόσο διευρυμένους μουσικούς ορίζοντες διέθετε. Πιθανώς, ακόμη, η Κα Κούλα έμαθε αυτό το ρεπερτόριο από κακοποιά στοιχεία που είχαν κατακλύσει τότε τον ελληνισμό της Νέας Υόρκης – υπάρχει η παροιμιώδης δημοσίευση ελληνικής εφημερίδας του 1918, σύμφωνα με την οποία «άδειασαν οι φυλακές της Πελοποννήσου και γέμισε το Μανχάτταν με κακοποιούς!». Γιατί η Κα Κούλα –κάτι επίσης πολύ σημαντικό–, αν και από τους πρώτους καταγραφείς της λαϊκής παράδοσης, οσμιζόταν τι ζητούσε ο πολύς κόσμος από την τέχνη του τραγουδιού. Ως απόλυτα σύγχρονη τραγουδίστρια, γυρνούσε τα περίφημα «καφέ αμάν» της Αμερικής και μάζευε τα αγροτικά και λαϊκά τραγούδια από την Πελοπόννησο μέχρι τη Σμύρνη, φτιάχνοντας ένα πρώτο είδος αστικού τραγουδιού, το μετέπειτα ρεμπέτικο. Αναφορικά, πάντως, με το «Ζεϊμπέκικο των Χασισοποτών» που πρώτη ηχογράφησε, επρόκειτο για ένα τραγούδι με στίχους πάνω σε αδέσποτη παραδοσιακή μελωδία, χωρίς δηλαδή τη συνθήκη «αρχή, μέση και τέλος» των μεταγενέστερων κανονικών συνθέσεων: «Μπαρμπα-Γιάννη μου, δερβίση / πού πουλιέται το χασίσι» κ.λπ. Άλλωστε, και το πρώιμο ρεμπέτικο στηρίχτηκε ολόκληρο στην επένδυση παραδοσιακών μελωδιών με σκόρπια δίστιχα. Δεν είναι τυχαίο, έτσι, πως πάνω στο ζεϊμπέκικο «Τα ούλα σου», που τραγουδήθηκε από την Κα Κούλα και τη Μαρίκα Παπαγκίκα, ο Μάρκος Βαμβακάρης έφτιαξε το δικό του περίφημο «Αντιλαλούν οι φυλακές». Αξιοσημείωτο είναι και το γεγονός πως το μπουζούκι απουσιάζει από την ορχήστρα της Κας Κούλας. Όλα τα τραγούδια που λέει αποδίδονται από το δημοτικό σχήμα βιολί - σαντούρι - λαούτο - κλαρίνο. Είναι άγνωστο αν συνεργάστηκε με κάποιον μπουζουξή της εποχής, δεδομένου ότι και το μπουζούκι έπαιζε δημοτική μουσική ως μετεξέλιξη του παλαιότερου ταμπουρά. Προς τα τέλη της δεκαετίας του 1940 το άστρο της Κας Κούλας δύει οριστικά και αμετάκλητα. Έχει περάσει τα εβδομήντα και πλέον τραγουδάει κάθε καλοκαίρι μόνο σε ξενοδοχείο που βρίσκεται στο τουριστικό θέρετρο Catskills. Σύμφωνα με μαρτυ-ρία της δισέγγονής της, οι τελευταίες εμφανίσεις της είχαν φιλανθρωπικό χαρακτήρα. Άλλες πληροφορίες θέλουν το όνομά της μεταξύ των χορηγών για το χτίσιμο ελληνορθόδοξης εκκλησίας στην ορεινή περιοχή του Catskills. Ούσα άρρωστη και με δεδομένο ότι είχε περάσει το προσδόκιμο όριο ζωής της εποχής της, η Κα Κούλα πεθαίνει το 1954 σε ηλικία 76 ετών. Άφησε μία κόρη, την Παρασκευή, έναν εγγονό, τον Ξενοφώντα, που έφυγε πριν από μερικά χρόνια, και μία δισέγγονη, τη Δάφνη, η οποία είναι εν ζωή. Από τη μαρτυρία της γεννημένης το 1947 Δάφνης, που υποστήριξε ότι ήταν επτά ετών όταν πέθανε η προγιαγιά της, συμπεραίνουμε πως το 1954 είναι και η χρονιά του θανάτου της Κας Κούλας. Παρ' όλα αυτά, δεν υπάρχει κανένα επίσημο έγγραφο-πιστοποιητικό θανάτου. Σύμφωνα επίσης με τη μαρτυρία του Ξενοφώντα, εγγονού της Κας Κούλας, η κηδεία της ήταν μεγαλοπρεπής, με την παρουσία σύσσωμου του ελληνικού μουσικού κόσμου των ΗΠΑ. Ο ίδιος μετέφερε μνήμες, με τη γιαγιά του να τον κρατάει στην αγκαλιά της και να τον νανουρίζει, πάντα με αραβικά τραγούδια. Η Κα Κούλα τάφηκε στη Νέα Υόρκη, μα μέχρι σήμερα δεν έχει εντοπιστεί ο τάφος της. Το σύνολο των δίσκων που άφησε η Κα Κούλα ίσως ξεπερνά τις 250 προσωπικές ηχογραφήσεις. Άλλες τόσες περίπου περιλαμβάνουν οι συμμετοχές της στις εγγραφές των εταιρειών «Orpheum», «Panhellenion» και «Panhellenic». Η Κα Κούλα ξεχώρισε ως Ελληνίδα της Αμερικής, καθώς ακολούθησε το κύμα της μετανάστευσης με σκοπό να κάνει καριέρα στο τραγούδι. Αν ορίσουμε το 1926 ως έναρξη της επίσημης δισκογραφίας στην Ελλάδα, εκείνη ήταν η πρώτη που, μια δεκαετία ακόμα πιο πίσω, οργάνωσε την ελληνική δισκογραφία στην Αμερική!!! Ήταν τολμηρή, ερευνούσε και αγαπούσε το παραδοσιακό τραγούδι, γνώρισε πλούτη και δόξα, ταξίδεψε πολύ και μοιράστηκε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής και της καριέρας της με έναν μόνο άνθρωπο: τον σύζυγό της, Ανδρέα Αντωνόπουλο. Κι ας είναι πιο «διάσημη» στις μέρες μας η σύγχρονή της, Μαρίκα Παπαγκίκα, λόγω του ότι άφησε διαυγέστερες ηχογραφήσεις της φωνής της, συγκριτικά με τις πιο πεπαλαιωμένες της Κας Κούλας. Ένας χαρακτηρισμός ταιριάζει απόλυτα στην περίπτωση της Κας Κούλας Αντωνοπούλου, κι αυτός δεν είναι «το καναρίνι της Αμερικής» που της απεδόθη, αλλά είναι μία λέξη μόνο: Καινοτόμος! ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Απόσπασμα από το βιβλίο μου "ΟΛΟΙ ΟΙ ΡΕΜΠΕΤΕΣ ΤΟΥ ΝΤΟΥΝΙΑ", Τόμος 3ος. Σ.Π.
ΠΗΓΗ: ΣΑΚΗΣ ΠΑΠΙΣΤΑΣ
ΠΗΓΗ: ΣΑΚΗΣ ΠΑΠΙΣΤΑΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου